Οι δρόμοι της Παφίτικης πίσσας

Οι δρόμοι της Παφίτικης πίσσας.

Ενδεχομένως  κανείς άλλος εκτός  από τους παλιούς κατοίκους του νησιού μας (Κύπριους μέχρι την δεκαετία του ΄80) να μην γνωρίζουν για την ύπαρξη της «παφίτικης πίσσας» ( Παφίτιτζη) που σε αφθονία τα προηγούμενα χρόνια παραγόταν στο νησί μας και συγκεκριμένα στα χωριά Λέμπα (Τουρκοκυπριακό χωριό)- Χλώρακα – Κισσόνεργα  και Γεροσκήπου.

Κάποιοι δυστυχώς στο όνομα της  «ανάπτυξης» φρόντισαν να απαξιώσουν και να περάσουν στο περιθώριο παραδοσιακά προϊόντα του τόπου μας που θα μπορούσαν να κατοχυρωθούν σαν «Αυθεντικά Κυπριακά προϊόντα» και να δώσουν διαχρονικά υπεραξία στο προϊόν.

Εκατοντάδες αιωνόβιες  τρεμιθιές, δέντρα παραγωγής ρητίνης ( πίσσας) ξεριζώθηκαν με την δικαιολογία να γίνουν οικόπεδα, προκαλώντας μεγάλες απώλειες πρώτης ύλης για την πίσσα, αλλά και καταστροφής του φυσικού περιβάλλοντος της περιοχής.

Η Παφίτικη πίσσα, η τρεμιθόπισσα αλλά και η άσπρη πίσσα όπως σε διάφορα χωριά την αποκαλούσαν είναι πλέον  ένα προϊόν  που τείνει να εξαφανιστεί.

Οι δρόμοι της Παφίτικης πίσσας που εμείς ακολουθήσαμε σ αυτό το νοσταλγικό ταξίδι ξεκινάει από το χωριό Χλώρακα. Στο χωριό Χλώρακα μπορεί κάποιος να συναντήσει αιωνόβιες τρεμιθιές( όσες έμειναν) και να εντυπωσιαστεί από το θέαμα.

 

Στην πρώτη ιστορία που μας περιγράφει ο φίλος Κυριάκου Αντρέας από Χλώρακα (τον οποίο ευχαριστώ)συναντούμε την Ιφιγένεια Κωσταντίνου Παπά Σάββα ( γνωστή και σαν Εφιενού του Κουτσόσαββα) μια πραγματική «μαστόρισσα» συλλογής και παρασκευής παφίτικης πίσσας. Η Εφιενού μητέρα επτά παιδιών άφησε ιστορία με τις χαρισματικές της ιδιότητες στην φημισμένη πίσσα που έφτιαχνε.

« Η γιαγιά Εφιενού με σκεπάρνι και με μεγάλη μαεστρία «κοντράριζε» (χτυπούσε) τους κορμούς των μεγάλων τρεμιθιών και μάζευε τα «δάκρυα» την ρητίνη που από το δέντρο αργά έτρεχε. Η διαδικασία αυτή κρατούσε μέρες. Μετά κουβαλούσε αυτό το υλικό στο σπίτι της και ξεκινούσε την παρασκευή της πίσσας. Την έβραζε καλά μέσα σε μια μεγάλη μαύρη μαείρισα (κατσαρόλα) για ώρες πολλές. Μετά την τοποθετούσε σε κρύο νερό μέσα σε μεγάλη σκάφη. Μέσα από την σκάφη και με συγκεκριμένες κινήσεις την επεξεργαζόταν με τα δυνατά της χέρια για ώρες πολλές μέχρι να ξασπρίσει. Την έκλωθε, την έκλωθε….και τελειωμό δεν είχε. Στην συνέχεια την έκοβε ευλαβικά σε τετράγωνα κομμάτια και την τύλιγε μέσα σε κατσαρόκολλα (άσπρη κόλλα). Την πουλούσε στο παζάρι και στα πανηγύρια».

Στο ίδιο χωριό μια άλλη αξιοθαύμαστη «μικροεπιχειρηματίας πίσσας» που αξίζει να γνωρίσουμε είναι η  γιαγιά( στετέ) του φίλου Κυριάκου Ταπακούδη( τον οποίον ευχαριστώ)  με το όνομα Δεσποινού( Δέσποινα) Χριστόδουλου Σιαμμά.

« Με ένα ξινάρι η στετέ μου η Δεσποινού χτυπούσε τους κορμούς των αιωνόβιων δέντρων και τα κόντρωνε, τους δημιουργούσε δηλαδή πληγές. Από αντίδραση τα δέντρα ώστε να θεραπεύσουν τις πληγές τους έχυναν μια παχύρευστη ασπροειδή πίσσα και κάλυπταν τις πληγές τους. Αρκετό από αυτό το υλικό έπεφτε κάτω στη γη που φροντίζαμε να είναι καθαρή από φύλλα και ακαθαρσίες και το μαζεύαμε πολύ προσεκτικά. Αυτό γινόταν καθημερινά με την γιαγιά να μας υποδεικνύει την τοποθέτηση του υγρού  σε ένα μαστραπί ( μικρό κουβαδάκι κονσέρβας συνήθως βουτύρου ή γάλακτος Νουνού ή Βλάχας.) . Όταν μαζευόταν αρκετή ποσότητα η γιαγιά Δεσποινού την επεξεργαζόταν στο σπίτι και έφτιαχνε την λεγόμενη πίσσα παφίτικη , την οποίαν ο παππούς μας Λεωνής ( Λεωνίδας) πουλούσε με άλλα δικά τους προϊόντα  σε διάφορα θρησκευτικά πανηγύρια του τόπου μας».

 

Κέντρο παραγωγής πίσσα και ίσως από τα μεγαλύτερα και καλύτερα ήταν και το Τουρκοκυπριακό χωριό Λέμπα με τις εξ ίσου τεράστιες σε διαστάσεις και όγκο τρεμιθιές. Σχεδόν όλα τα νοικοκυριά παρασκεύαζαν πίσσα και την εμπορευόντουσαν φημισμένοι Τουρκοκύπριοι έμποροι σε όλη την Κύπρο.

Στην Κισσόνεργα δίπλα με τους γνωστούς διπλοτρέμιθους ( πράσινους γίγαντες) και εκεί πολλές γυναίκες έφτιαχνα « άσπρη πίσσα».

Οι μνήμες και οι εικόνες από τα  αιωνόβια δέντρα που υπήρχαν στην Κισσόνεργα μέχρι πρόσφατα, εμπνεύσαν τον φημισμένο Κισσονεργίτη εικαστικό που ζει στο χωριό Χρήστο Φουκαρά και τον οδήγησαν στο εντυπωσιακό πρότζεκτ του « Πέτρες, μνήμες και Τρέμιθοι» με τέσσερα έργα με κεντρικό θέμα «Άνθρωποι του τόπου μου και διπλοτρέμιθοι».

Στην απέναντι μεριά τώρα την Γεροσκήπου ο καλός φίλος Γίωργος Τρακκίδης μας γνωρίζει τις τρεμιθιές του χωριού του με ονοματεπώνυμο.

«Ονομαστές τρεμιθιές  ήταν οι Κανταρκαστές ( μια σειρά από τρεμιθιές πάνω από το κανάλι και απέναντι από την Αγία Μαρινούδα), η τρεμυθκιά του Στρατουρά, της Τεψούς( ήταν αλαφροτσάκιστα τα τρεμμίθια της), του παππού μου του Φωτή.»

 

Στις μέρες μας «παφίτικη πίσσα» μπορεί κάποιος να βρει και να αγοράσει  στα μικρά παραδοσιακά μαγαζάκια της Γεροσκήπου γύρω από την πλατεία τους που πουλούν τα λουκούμια της περιοχής τους καθώς και τις «κουφέτες αμυγδάλου». Παράγεται σήμερα σε μικρές ποσότητές με εισαγωγή της πρώτης ύλης της ρητίνης.

Εμείς επισκεφθήκαμε το μικρό μαγαζάκι της κ. Καλλισθένης Παππαλά το γένος Γαβριήλ Χατζηζηνοβίου που φτιάχνει ακόμα και πουλάει πίσσα παφίτικη. Μια εξαιρετικά έξυπνη γυναίκα που κυριολεκτικά γεννήθηκε μέσα στα λουκούμια και την αρωματική  πίσσα  Παφίτικη .

«Την τέχνη της παρασκευής ο πατέρας μου την διδάχθηκε από έναν φίλο του, ένα  Τουρκοκύπριο από τον Μούταλλο. Ήταν μάλιστα και εξαδάχτυλος μου λέει. Στο σπίτι τους θυμάται η κ Καλλισθένη μεγάλα καζάνια να βράζουν την πρώτη ύλη και να αφήνουν  τόσες μυρωδιές που πάντα θα την ακολουθούν . Ολόκληρα «ττόπια» από κουρούκλα (ύφασμα για φιλτράρισμα της βρασμένης πίσσας) καθώς και κόλλες άσπρες για το περιτύλιγμα μόνιμα βρισκόντουσαν στο εργαστήριο του πατέρα της.  Η τοποθέτηση της πίσσας σε ολόλευκα τραπεζομάντηλα να στεγνώσει και να κοπεί μια άλλη διαδικασία που μου περιγράφει. . Το τετράγωνο κόψιμο της ασπρισμένης πίσσας και το τύλιγμα της σε κόλλες ήταν το τελείωμα του προϊόντος.. Μνήμες που πάντα την συντροφεύουν. Προμήθευαν όπως μου είπε για χρόνια όλα τα μαγαζιά της Κύπρου».